Η ΑΡΙΣΤΕΑ

2020-01-05 23:19

Η Αριστέα

Η Αριστέα μου μιλάει. Της μιλάω και απαντά. Όταν την ρωτάω κάτι, γυρίζει και μου νιαουρίζει καθαρά και άμεσα. Αν δεν καταλάβω επαναλαμβάνει το ίδιο νιαούρισμα πιο δυνατά, κοιτώντας με να δει πότε επιτέλους θα καταλάβω…

Είναι λαίμαργη, όπως εγώ. Βουλιμική, όπως εγώ.

Κοιμάται πολύ, όπως οφείλει μια γάτα (διαμερίσματος) να  κοιμάται ή τουλάχιστον με κλειστά ή μισόκλειστα μάτια να χουζουρεύει.

Ροχαλίζει, όχι όπως εγώ βαριά, αλλά τηρούμενων των αναλογίων (έχει το βάρος μου επί 12,5), περίπου όπως εγώ. Βλέπει όνειρα. Όταν ονειρεύεται, το ροχαλητό της διανθίζεται από μικρά επιφωνήματα. Φωνούλες ενός τονισμού ψηλότερα από το σύνηθες ροχαλητό. Αναρωτιέμαι τι βλέπει για όνειρα. Έχει εφιάλτες όπως εγώ; Εγώ ονειρεύομαι μουσούδες σκύλων να με μυρίζουν, να με φερμάρουν και να απειλούν να με ξεσκίσουν. Όμως η Αριστέα μόνο ακουστά μπορεί να έχει τους σκύλους, απ’ τα γαυγίσματα τους στη γειτονιά, ίσως απ’ το ισόγειο όπου κατοικοεδρεύει, ο Φάνης, ένας ασπριδερός φωνακλάς.

Δεν έχει δει σκύλο ποτέ της. Δεν έχει βγει από το διαμέρισμα μας στο 5ο από τότε, που μας την έφεραν, μισοπεθαμένη, μωρό γατάκι και την υιοθετήσαμε (ή το ανάποδο που μου φαίνεται πιο σωστό!).

Της αρέσουν τα χάδια. Φυσικά! Αλλά όχι όλα και όχι παντού. Της αρέσει ιδιαίτερα το χάιδεμα, το τρίψιμο, το ξύσιμο στο κεφάλι και στα μάγουλα της. Διεκδικεί με επίμονη  αυτό το χάιδεμα στο κεφάλι. Έχει πάντα στο κέντρο του κεφαλιού, στη κοιλάδα που σχηματίζεται από τα δυο αυτιά της, ανεβασμένη θερμοκρασία, σαν να έχει το κρανίο της μονίμως πυρετό. Ενώ τα αυτιά της, για παραδειγμα  είναι  πάντα κρύα.

Έχει υψοφοβία, δεν της αρέσει να την κρατάς στην αγκαλιά όρθιος, ούτε πηγαίνει κοντά στα κάγκελα του μπαλκονιού.

Κάθε πρωί έχουμε ραντεβού. Μόλις ξυπνήσω και πάω στο μπάνιο, κάθομαι στη τουαλέτα και αφήνω τη πόρτα γερτή, χωρίς να τη κλείσω τελείως. Στο λεπτό επάνω, η πόρτα ανοίγει, αργά, αθόρυβα, με ένα προσεκτικό σπρώξιμο από το ποδαράκι της. Ενώ κάθομαι στη λεκάνη, έρχεται να πάρει τη πρωινή δόση της, ξύσιμο στη βάση της ουράς και στο μάγουλο-κέφαλο. Μετά κάθεται στο χαλάκι, μέχρι να τελειώσω. Ανοίγω και βγαίνω, αυτή τίποτα σημασία. Γυρίζω και της λέω να βγει, με κοιτάζει και  απαντά τάχα μου νευριασμένη, τελικά βγαίνει και πάει προς τη κουζίνα όπου υπάρχει το μπολ με τις κροκέτες της.

Φυσικά αν το βρει άδειο ή αν οι κροκέτες είναι μπαγιάτικες διαμαρτύρεται.

Η Αριστέα θέλει παρέα όταν τρώει και την διεκδικεί. Έρχεται νιαουρίζοντας εκεί που κάθομαι στο γραφείο ή στο καναπέ και αν χρειαστεί στυλώνεται στα πισινά για να με πιάσει με τα μπροστινά πόδια, να ξεκουνηθώ.

Αφήνω ότι κάνω, την ακουλουθώ στο διάδρομο, κοντοστέκεται για να δει αν είμαι πίσω της, με οδηγεί προς το μπολ της τροφής της. Σιγουρεύεται ότι είμαι από πάνω της  και την κοιτώ. Τότε αρχίζει να τρώει.

Αντίθετα με εμένα που τρώω μοναχικά, εργένικα, η Αριστέα θέλει να της κάνω παρέα όταν τρώει.

Της πήρε χρόνο για να με εκπαιδεύσει. Μαθαίνω, αργά βέβαια, αλλά μαθαίνω. Δεν είμαστε όλοι γάτες άλλωστε.

Κ.Β. 05.01.2020